Δυστυχώς, η συζήτηση γύρω από το Σχέδιο Νόμου για τη Βιοποικιλότητα,
περιορίστηκε σε μια αντιπαράθεση γύρω από την αύξηση του ορίου αρτιότητας στις
περιοχές Natura.
Το ζήτημα βέβαια της εκτός σχεδίου δόμησης είναι σημαντικό,
αφού η αυθαίρετη αλλαγή στις χρήσεις της γης, η άναρχη δόμηση, οι δρόμοι και οι
υποδομές που τη συνοδεύουν κατακερματίζουν και υποβαθμίζουν το φυσικό
περιβάλλον, ενώ αποδιαρθρώνουν και τις άλλες παραγωγικές δραστηριότητες.
Ωστόσο, το μέγεθος της ιδιοκτησίας δεν μπορεί να αποτελεί το μοναδικό κριτήριο
για το δικαίωμα δόμησης, χωρίς καμία αναφορά στην προηγούμενη χρήση της
έκτασης, στα οικολογικά της χαρακτηριστικά ή στη μελλοντική χρήση και το
μέγεθος του ακινήτου. Ως περιβαλλοντική οργάνωση επιμένουμε ότι η μόνη
κοινωνικά και περιβαλλοντικά ορθή λύση παραμένει ένας ολοκληρωμένος και
μακροπρόθεσμος χωροταξικός σχεδιασμός που θα καταργεί οριστικά την εκτός
σχεδίου δόμηση.
Ακόμα περισσότερο όμως, θέλουμε να αναδείξουμε και άλλα σημαντικά ζητήματα
που ρυθμίζονται από αυτό το Σχέδιο Νόμου και τα οποία εξαφανίστηκαν από το
προσκήνιο. Γενικά, το προτεινόμενο Σχέδιο Νόμου δίνει βαρύτητα στη θεσμική
κατοχύρωση των Προστατευόμενων Περιοχών, υποβαθμίζοντας ωστόσο την ανάγκη
συνολικής προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος, με μέτρα καθολικής ισχύος. Οι
όποιες ευεργετικές ρυθμίσεις περιορίζονται στο 20% της χώρας, που εντάσσεται
στις Προστατευόμενες Περιοχές, ενώ όλο το υπόλοιπο φυσικό περιβάλλον, όχι μόνο
με τη «βιοποικιλότητά» του, αλλά και με τους κατοίκους του, αφήνεται ουσιαστικά
αθωράκιστο απέναντι στην άναρχη δόμηση, τις ανεξέλεγκτες ρυπογόνες
βιομηχανίες, τους ΧΥΤΑ, τους οδικούς άξονες που κατασκευάζονται χωρίς τη λήψη
των στοιχειωδών μέτρων προστασίας.
Σημειώνεται μάλιστα ότι η τελική εκδοχή που κατατέθηκε στη Βουλή παρουσιάζει
σοβαρές υποχωρήσεις σε σχέση με το αρχικό Σχέδιο Νόμου που είχε τεθεί σε
δημόσια διαβούλευση τον Ιούλιο του 2010, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τα μέτρα
γενικής προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος. Οι αλλαγές αυτές μάλιστα δεν
τεκμηριώνονται από τα αποτελέσματα της διαβούλευσης. Χαρακτηριστικό
παράδειγμα αποτελεί η ρύθμιση που προέβλεπε την εκπόνηση προγραμμάτων
παρακολούθησης με στόχο τη μείωση των επιπτώσεων από την κατασκευή μεγάλων
έργων υποδομής, όπως οι οδικοί άξονες, και η οποία εξαφανίστηκε στο τελικό
κείμενο.
Όσο για τις ίδιες τις Προστατευόμενες Περιοχές, η θεσμική κατοχύρωσή τους, η
οποία ήταν αναγκαία –όσο και υποχρεωτική από τις διεθνείς συμβάσεις της
Ελλάδας, δεν αρκεί για την ουσιαστική τους προστασία. Δυστυχώς, ο νέος νόμος
δεν προβλέπει καμία υποχρέωση του κράτους για τη διοικητική και οικονομική
υποστήριξη των Φορέων Διαχείρισης, με εξαίρεση αυτού του ...Πάρκου Τρίτση. Η
ίδια απουσία συγκεκριμένων δεσμεύσεων για τον χρόνο, τον τρόπο και την
εξασφάλιση των πόρων χρηματοδότησης που απαιτούνται για την υλοποίηση
πολλών από των θετικών προβλέψεων, διέπει όλο το Σχέδιο Νόμου.
Με την κριτική αυτή δεν θέλουμε να ακυρώσουμε τα θετικά βήματα που κάνει το
νομοσχέδιο, πολλά από τα οποία αποτελούσαν πάγιες προτάσεις των
περιβαλλοντικών οργανώσεων. Θέλουμε ωστόσο να εκφράσουμε την ανησυχία μας
για το κατά πόσο αυτά αντιστοιχούν σε πραγματικά και συγκεκριμένα μέτρα
προστασίας ή αποτελούν μόνο διακηρύξεις. Η ανησυχία αυτή μετατρέπεται σε
πραγματική αγωνία, ενόψει του επόμενου νομοσχεδίου που ετοιμάζει το ίδιο
Υπουργείο Περιβάλλοντος και το οποίο, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, αναμένεται
να αποδιαρθρώσει τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης, αφήνοντας
φυσικό περιβάλλον και τοπικές κοινωνίες έρμαια σε έργα και δραστηριότητες που
θα αναιρούν κάθε δυνατότητα για κοινωνικά και περιβαλλοντικά δίκαιη ανάπτυξη.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα σε αυτή την κατεύθυνση αποτελεί η επιχειρούμενη
επένδυση για την εξόρυξη χρυσού στη Β. Χαλκιδική. Μία περιοχή τεράστιας
περιβαλλοντικής και οικονομικής σημασίας για πολλές άλλες παραγωγικές
δραστηριότητες (κτηνοτροφία, γεωργία, τουρισμός, μεταποίηση), παραδίδεται εξ
ολοκλήρου στην εξορυκτική βιομηχανία με μη αντιστρέψιμες συνέπειες και παρά τη
σύσσωμη αντίδραση των τοπικών κοινωνιών και άλλων επιστημονικών και
κοινωνικών φορέων. Η γειτνίαση των περιοχών αυτών με περιοχές Natura δεν
φαίνεται να αρκεί για να αποτραπεί η καταστροφή τους, η οποία φυσικά θα
μεταφραστεί σε αντίστοιχη υποβάθμιση και των ίδιων των Προστατευόμενων
Περιοχών. Όπως φαίνεται λοιπόν, τα 10 στρέμματα δεν αρκούν...
Για περισσότερες πληροφορίες:
Νίκος Νικήσιανης/Υπεύθυνος Εκστρατειών «Καλλιστώ», 6976629310
περιορίστηκε σε μια αντιπαράθεση γύρω από την αύξηση του ορίου αρτιότητας στις
περιοχές Natura.
Το ζήτημα βέβαια της εκτός σχεδίου δόμησης είναι σημαντικό,
αφού η αυθαίρετη αλλαγή στις χρήσεις της γης, η άναρχη δόμηση, οι δρόμοι και οι
υποδομές που τη συνοδεύουν κατακερματίζουν και υποβαθμίζουν το φυσικό
περιβάλλον, ενώ αποδιαρθρώνουν και τις άλλες παραγωγικές δραστηριότητες.
Ωστόσο, το μέγεθος της ιδιοκτησίας δεν μπορεί να αποτελεί το μοναδικό κριτήριο
για το δικαίωμα δόμησης, χωρίς καμία αναφορά στην προηγούμενη χρήση της
έκτασης, στα οικολογικά της χαρακτηριστικά ή στη μελλοντική χρήση και το
μέγεθος του ακινήτου. Ως περιβαλλοντική οργάνωση επιμένουμε ότι η μόνη
κοινωνικά και περιβαλλοντικά ορθή λύση παραμένει ένας ολοκληρωμένος και
μακροπρόθεσμος χωροταξικός σχεδιασμός που θα καταργεί οριστικά την εκτός
σχεδίου δόμηση.
Ακόμα περισσότερο όμως, θέλουμε να αναδείξουμε και άλλα σημαντικά ζητήματα
που ρυθμίζονται από αυτό το Σχέδιο Νόμου και τα οποία εξαφανίστηκαν από το
προσκήνιο. Γενικά, το προτεινόμενο Σχέδιο Νόμου δίνει βαρύτητα στη θεσμική
κατοχύρωση των Προστατευόμενων Περιοχών, υποβαθμίζοντας ωστόσο την ανάγκη
συνολικής προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος, με μέτρα καθολικής ισχύος. Οι
όποιες ευεργετικές ρυθμίσεις περιορίζονται στο 20% της χώρας, που εντάσσεται
στις Προστατευόμενες Περιοχές, ενώ όλο το υπόλοιπο φυσικό περιβάλλον, όχι μόνο
με τη «βιοποικιλότητά» του, αλλά και με τους κατοίκους του, αφήνεται ουσιαστικά
αθωράκιστο απέναντι στην άναρχη δόμηση, τις ανεξέλεγκτες ρυπογόνες
βιομηχανίες, τους ΧΥΤΑ, τους οδικούς άξονες που κατασκευάζονται χωρίς τη λήψη
των στοιχειωδών μέτρων προστασίας.
Σημειώνεται μάλιστα ότι η τελική εκδοχή που κατατέθηκε στη Βουλή παρουσιάζει
σοβαρές υποχωρήσεις σε σχέση με το αρχικό Σχέδιο Νόμου που είχε τεθεί σε
δημόσια διαβούλευση τον Ιούλιο του 2010, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τα μέτρα
γενικής προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος. Οι αλλαγές αυτές μάλιστα δεν
τεκμηριώνονται από τα αποτελέσματα της διαβούλευσης. Χαρακτηριστικό
παράδειγμα αποτελεί η ρύθμιση που προέβλεπε την εκπόνηση προγραμμάτων
παρακολούθησης με στόχο τη μείωση των επιπτώσεων από την κατασκευή μεγάλων
έργων υποδομής, όπως οι οδικοί άξονες, και η οποία εξαφανίστηκε στο τελικό
κείμενο.
Όσο για τις ίδιες τις Προστατευόμενες Περιοχές, η θεσμική κατοχύρωσή τους, η
οποία ήταν αναγκαία –όσο και υποχρεωτική από τις διεθνείς συμβάσεις της
Ελλάδας, δεν αρκεί για την ουσιαστική τους προστασία. Δυστυχώς, ο νέος νόμος
δεν προβλέπει καμία υποχρέωση του κράτους για τη διοικητική και οικονομική
υποστήριξη των Φορέων Διαχείρισης, με εξαίρεση αυτού του ...Πάρκου Τρίτση. Η
ίδια απουσία συγκεκριμένων δεσμεύσεων για τον χρόνο, τον τρόπο και την
εξασφάλιση των πόρων χρηματοδότησης που απαιτούνται για την υλοποίηση
πολλών από των θετικών προβλέψεων, διέπει όλο το Σχέδιο Νόμου.
Με την κριτική αυτή δεν θέλουμε να ακυρώσουμε τα θετικά βήματα που κάνει το
νομοσχέδιο, πολλά από τα οποία αποτελούσαν πάγιες προτάσεις των
περιβαλλοντικών οργανώσεων. Θέλουμε ωστόσο να εκφράσουμε την ανησυχία μας
για το κατά πόσο αυτά αντιστοιχούν σε πραγματικά και συγκεκριμένα μέτρα
προστασίας ή αποτελούν μόνο διακηρύξεις. Η ανησυχία αυτή μετατρέπεται σε
πραγματική αγωνία, ενόψει του επόμενου νομοσχεδίου που ετοιμάζει το ίδιο
Υπουργείο Περιβάλλοντος και το οποίο, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, αναμένεται
να αποδιαρθρώσει τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης, αφήνοντας
φυσικό περιβάλλον και τοπικές κοινωνίες έρμαια σε έργα και δραστηριότητες που
θα αναιρούν κάθε δυνατότητα για κοινωνικά και περιβαλλοντικά δίκαιη ανάπτυξη.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα σε αυτή την κατεύθυνση αποτελεί η επιχειρούμενη
επένδυση για την εξόρυξη χρυσού στη Β. Χαλκιδική. Μία περιοχή τεράστιας
περιβαλλοντικής και οικονομικής σημασίας για πολλές άλλες παραγωγικές
δραστηριότητες (κτηνοτροφία, γεωργία, τουρισμός, μεταποίηση), παραδίδεται εξ
ολοκλήρου στην εξορυκτική βιομηχανία με μη αντιστρέψιμες συνέπειες και παρά τη
σύσσωμη αντίδραση των τοπικών κοινωνιών και άλλων επιστημονικών και
κοινωνικών φορέων. Η γειτνίαση των περιοχών αυτών με περιοχές Natura δεν
φαίνεται να αρκεί για να αποτραπεί η καταστροφή τους, η οποία φυσικά θα
μεταφραστεί σε αντίστοιχη υποβάθμιση και των ίδιων των Προστατευόμενων
Περιοχών. Όπως φαίνεται λοιπόν, τα 10 στρέμματα δεν αρκούν...
Για περισσότερες πληροφορίες:
Νίκος Νικήσιανης/Υπεύθυνος Εκστρατειών «Καλλιστώ», 6976629310
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου